22/11/08

Η "πόρτα"...


"Τέλος"...,είπα..
και προσπάθησα να σβήσω όποια μουτζούρα είχα αφήσει τις άλλες φορές.
Είχαν μέινει όμως πολλές και, οι περισσότερες πάνω σε καρδιές και "αρχικά"..
Δεν ξέρω τι μ'έπιασε, ήταν σαν να αναταράχθηκε το "μέσα μου"..Σαν κάτι να ξεχείλισε. Σαν κάτι να είχε σπάσει..
"Άνοιξα" όμως και δεν βρήκα τίποτα. Τίποτα περισσότερο σπασμένο από κάθε άλλη φορά.. Όλα ίδια, όλα θολά και υγρά. Και δεν την μπορώ την υγρασία..Ψάχνω να βρώ την αιτία, που εφταίξα, τι δεν έπρεπε να πω ή να κάνω.
Το ένα τσιγάρο έρχεται μετά το άλλο, ευτυχώς το μόνο μου ποτό είναι το νερό..Άρα έχω αποθέματα! Και δυστυχως η νύχτα ενδέχεται μεγάλη απόψε..
Ακούω το soundtrack της ταινίας "Η εξιλέωση" και γράφω..

(Ωραία ταινία...)

Είναι από αυτές τις νύχτες που κάθεσαι κλεισμένος σε ένα δωμάτιο, παρέα με το πληκτρολόγιο και τις σκέψεις σου και αναρωτιέσαι γιατί δεν χτυπάει το τηλέφωνο, γιατι αυτές οι νύχτες σου φέρνουν δάκρυα στα μάτια..?..Γιατί...γιατί..γιατί. Δύσκολο να απαντήσεις.. Και κάπου εδω ξεκινάς να γράφεις..

"Σαν να μην είχε περάσει ούτε μία μέρα...Όλα ίδια όπως τότε, στην αρχή τους.. Τότε που σε πρωτοσυνάντησα, που άγγιξα τα χέρια σου, που κρύφτηκα στην αγκαλιά σου..Τότε που δάκρυσα σαν μικρό παιδί, που του είχαν αγοράσει το δώρο που ονειρευόταν..
Ακριβό και πανέμορφο, αυτό που πάντα ήθελε.
Από τότε, κάθε βράδυ ήθελε να το έχει μαζί του, δίπλα του,να το βάζει πλάι στο μαξιλάρι του και όταν ξυπνά μεσ στη νύχτα, να το κοιτάζει και να ξέρει ότι είναι εκεί.. Ύστερα θα του χαμογελούσε και θα συνέχιζε τα γλυκά του όνειρα..
Τώρα, ξανά, τα πάντα γύρω γνώριμα, στην ίδια ασάλευτη θέση, σαν να μην έφυγαν ποτέ..
Τα μάτια, το βλέμμα, το δάκρυ.. Τα μάτια σου να κοιτάζουν σιωπηλά. Ένα "γιατι?", να παραμονεύει στα χείλη σου.. Η απάντηση γνωστή κι όμως τόσο τρομαχτική και για τους δύο.. Για σένα ίσως περισσότερο.. Ξέρεις.. Όμως φοβάσαι..Φοβάσαι αυό που θα σου χτυπήσει την πόρτα. Την πόρτα της καρδιάς σου..
Δεν θα σε πονέσει. Το ξέρεις..
Όπως, κι εγώ ξέρω πως δεν θ'ανοίξεις..
"Ένας χτύπος είναι μόνο, δεν μπορεί να σημαίνει πολλά", λες."Θα φύγουν..."
Κι άλλες φορές σου χτύπησαν και άνοιξες.. Και μετά.. Τι?...
Κανείς.. Κανείς πίσω από την πόρτα.. Ίσως ν'αργησες ν'ανοίξεις και να βαρέθηκε. Ίσως πάλι να έφυγε, ίσως να το φαντάστηκες ότι χτύπησε η πόρτα.. Ίσως...
Πάλι βρέθηκες μόνος τότε, να γδέρνεις τη σάρκα σου, μέχρι πού την έσκισες στα δύο. Και δεν βρήκες τίποτα, κανέναν να βρίσκεται πίσω από αυτή τη ρημαδιασμένη πόρτα.

Γιατί άνοιξες τότε?..Γιατί σε μένα?..

Δεν θα μάθω. Δεν θέλεις να μάθω.
Αν προσπαθούσα ακόμη μία φορά, τότε, θα έπαιρνα φόρα και θα έπεφτα πάνω στην πόρτα με ορμή.. Εκείνη, τότε, θα έσπαγε, κι εγώ θα έβρισκα από πίσω της εσένα, πιο "κλειστό" και πιο φοβισμένο από ποτέ..Σαν να ζητάς συγνώμη που κλείδωσες.. Που με έκλεισες έξω.. Μα όσο κι αν μετάνιωσες, δεν ανοιξες ποτέ ξανά την πορτα για να μπω..
Ίσως τελικά θα ήταν καλύτερα να είχα βρεί τοίχο..
Τουλάχιστον έμαθες ποιός χτυπούσε την πόρτα και πόσο ήθελε να μπει μέσα.."

Πέρασε η ώρα.. Οι μουτζούρες έμειναν..
Κάπως έτσι έχει η ιστορία μου γι'απόψε.. Λίγο μελό, λίγο ευαίσθητη, λίγο ντεμοντέ..
Τουλάχιστον είναι αληθινή..
Ποιος νοιάζεται..?

Καληνύχτα...