29/4/10

Σαν..

Σαν να ξέρεις κάθε μου σκέψη..
Κάθε μου φόβο..
Κάθε κρυφή πτυχή του εαυτού μου..

Με αυτό το ανέλπιστα καθαρό άγγιγμα της φωνής σου..
Σαν να σε ξέρω..
Μα όχι..

Σαν να γεννήθηκες για να΄σαι κοντά μου..
Χωρίς να σε δω...

Μόνο με τις λέξεις αυτές:
"Αθηνα / ευχαριστω για αυτες τις μερες/ σε φιλησα / καλο βραδυ"
Αληθινές ή ψεύτικες..
Θα δείξει..

Σαν να ξύπνησε κάτι μέσα μου..
Και δεν ηταν από την πανσέληνο.. Ούτε από τις "δύσκολες μέρες του μήνα" !

Θα το βάλω ξανά για ύπνο μαζί με τα δαγκωμένα χείλη μου..
Και με ένα φιλί για γλυκιά καληνύχτα να σε συντροφεύει...

Καλό ξημέρωμα..

(αφιερωμένο...)

27/4/10

'Ανοιξη...

Κι αν τώρα δεν θυμάσαι τι χρώμα σκέπαζε τα φύλλα της άνοιξης,
δεν πειράζει.. Θα πρασινίσουν ξανά και, το χώμα θα είναι ξανά υγρό,
σαν εκείνη, την πρώτη φορά που το πατήσαμε..

Τότε είναι που τα πουλιά θα αρχίσουν ξανά να κελαηδούν. Θα πετούν από κλαδί σε κλαδί ευτυχισμένα και θα εξυμνούν τον έρωτά τους. Ανέμελα θα κυνηγούν το ένα το άλλο και τα φύλλα των δέντρων θα κόβονται από τα πράσινα τρυφερά κλωνάρια και θα μας λούζουν καθώς τα μέτωπά μας θα είναι ενωμένα..

Για πάντα;

Μου είπες, το "ποτέ" και το "για πάντα" να μην το λέω..
Πονάει αν δεν "βγει"..
Αν το γράφω, πονάει λιγότερο, μου φαίνεται. Αν δεν στο δείξω πονάω μόνο εγώ..

Η άνοιξη ήρθε.. τα φύλλα πρασίνισαν.. το χώμα έγινε ύγρο... τα πουλιά κελαηδούν χαρούμενα..
Εσύ όμως όχι..

Κι ετσι το "για πάντα" έγινε "ποτέ πια"...
Έτσι απλά..
Με λίγο πόνο... αποτυπωμένο σε μία σελίδα που δεν σκίζεται...

"Η μοναξιά είναι από χώμα" Μ.Βαμβουνάκη

...απόσπασμα...

Έρχεται η ώρα που θα λυτρωθώ από σένα!

Και θα λυτρωθώ από σένα αγαπώντας σε περισσότερο, με της αγάπης το άμετρο μέτρο που είναι η περισσία.

Έρχεται η ώρα που δεν θα σε παίρνω από πίσω σα σκύλος, που δεν θα σε κατασκοπεύω με τη σκέψη, που δε θα σε πολιορκώ με υποθέσεις, που δε θα στήνω αγανακτισμένους διαλόγους στο μυαλό μου μαζί σου τις νύχτες, που δεν θα αγωνιώ για την εντύπωση που σου δίνω.

Θα σ’ αγαπώ τόσο που δεν θα σε απαιτώ δικιά μου. Να είσαι μόνο καλά εσύ χωρίς να ψάχνομαι πόσο καλά είμαι εγώ από το καλά σου. Η καταπληγιασμένη μου φιλαυτία άρχισε να ζαρώνει και να σκύβει κι εγώ αρχίζω να βλέπω εσένα πίσω της και να μπορώ να σε αγαπήσω.

Ούτε και γράμματα έχω ανάγκη να σου γράφω πια. Υπάρχω μόνο και σ’ αγαπώ κι αυτό το “σ’ αγαπώ” που δεν έχει ανάγκη καμία, ούτε καν για ανταπόδωση, θα πλημμυρίσει, θα γεμίσει με τον κυματισμό του τον κόσμο όλο, θα έρχεται και σε σένα κι εσύ θα μπορείς, όποτε θες να τ’ ακούς. Φτάνει να το θές.

Τα γράμματα που σου γράφω τα κόβω εδώ. Με περιορίζουν, με μεθούν, γεμίζω παραισθήσεις κι απ’ την αυτοσυγκίνηση τραβάω λάθος δρόμους. Όλο για τον εαυτό μου καταλήγω να μιλώ και να χαϊδολογιέμαι.

Να υπάρχω μονάχα, να σ’ αγαπώ μονάχα και να μην έχω λόγο κανένα να το δηλώνω. Ούτε την παρουσία μου να μη χρειάζεται να δηλώνω πια.

Σ’ αγαπώ τόσο που το ξεχνώ, όπως ξεχνάμε τα αυτονόητα και τα φυσικά. Σ’ αγαπώ τόσο που δεν σε κρίνω και εντελλώς σε αποδέχομαι. Γλίτωσα από το μαρτύριο να προσπαθώ συνεχώς να σε διορθώνω.

Σ’ αγαπώ τόσο που δεν σε θέλω. Γιατί δεν θες παρά ότι σου λείπει κι εσύ πια δεν μου λείπεις αφού στης αγάπης τον τόπο δεν χωρά η απόσταση. Σ’ αγαπώ κι αγαπώντας σε, σε περιέχω, σε έχω αφού είμαι, είμαι από σένα και μαζί σου κι όπου κι αν είμαι έρχεσαι.

Είμαστε στο παντού και στο πάντα τώρα που σ’ αγάπησα κι η αγάπη μου μας κάνει αδιαίρετους.

Εσύ καλή μου, μου δίδαξες την καταστροφή του να σ’ αγαπώ λίγο. Το λίγο ανοίγει ρωγμές να γλιστρά μέσα ο ακόρεστος εγωϊσμός, να σε απαιτεί, να σε διεκδικεί. η παρενέργεια του εγωϊστικού έρωτα είναι μια: γενική δηλητηρίαση που την αγάπη την αλλοιώνει σε μίσος.

Η αγάπη δεν είναι κατα περίσταση, η αγάπη είναι άνευ όρων, δεν παζαρεύει δούναι και λαβείν, η αγάπη είναι έξοδος γιατί το εγώ το κάνει εσύ και σε λυτρώνει.

Στην αναμέτρηση ανάμεσα σε σένα και μένα αναμετρήθηκε ο εγωϊσμός μου με το σύμπαν. Αρχίζω να το αναγνωρίζω ύστερα από τόσες μάχες και τόσους τραυματισμούς πως η δόξα του πολέμου είναι η συμφιλίωση κι η δόξα του νικητή η υποταγή. Η ευγενική υποταγή όπως του βράχου που από σθένους περίσσια σκύβει και πλένει με θάλασσα τα πόδια της στεριάς.

Όχι καλή μου αγάπη, εσύ δεν τελειώνεις, το τέλος σου δεν έχει τελειωμό. Τα πράγματα δεν τελειώνουν έτσι εύκολα όπως το λέμε, τα πράγματα μεταλλάσσονται κι εγώ τώρα μεταλλάσσω τον απάνθρωπο έρωτά μου, σε αγάπη φιλάνθρωπη.

Δεν θέλω να μιλώ άλλο για μένα. Οι λέξεις είναι φυλακή, κατακρατούν τα δεύτερα και τους ξεφεύγει το κύριο που πετά πέρα σαν ήχος καμπάνας που σε τίποτα δεν φυλακίζεται. Οι λέξεις ταριχεύουν το ζωντανό και δεν το αφήνουν να περπατήσει.

Σ’ αγαπώ πια τόσο που δεν σ’ εχω ανάγκη. Σ’ αγαπώ τόσο που σε απαλλάσσω από μένα. Σ΄αγαπώ αληθινά και δεν φοβάμαι. Κατόρθωσα πραγματικά να μη σε φοβάμαι!

Ο φόβος σου ήταν πανίσχυρος. Με φόβο γεννηθήκαμε, με φόβο ανατραφήκαμε, τίποτα σχεδόν δικό μας δεν είναι ελεύθερο κι είναι δύσκολο να ξαναγεννηθούμε. Λεγεώνες μέσα μας και λεγεώνες προγόνων πίσω μας φοβούνται. Ελευθερία είναι η νίκη του φόβου και τον φόβο η φιλαυτία μας τον σπέρνει. Από πάνω της περνά η πύλη που βγάζει στη ζωή την αληθινή κι άλλον τρόπο δεν έχουμε. Άλλο τρόπο δεν έχω για να ζήσω: να σ’αγαπώ άφοβα, ελεύθερα.

Αγαπώντας σε να υπάρχω, τι να τα κάνω τα ίχνη…

Να σε αγαπώ άφοβα, ελεύθερα! Αρχίζω να εμπιστεύομαι την ζωή και να μην έχω αγωνία. Ζωή δεν είπαμε πως είναι το άλλο όνομα της αλήθειας;

Οι λέξεις είναι ξένα σώματα. Μ’ ενοχλούν. Μπορώ πια να σωπάσω.